Сопротивляемость στα ελληνικά
Μετάφραση: сопротивляемость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίσταση, αντοχή, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- величественно στα ελληνικά - υπερήφανα, μεγαλοπρεπώς, μεγαλόπρεπα, επιβλητική, μεγαλοπρέπεια, με μεγαλοπρέπεια
- выкурить στα ελληνικά - τέλος, καπνίζω, καπνοί, περατώνω, τερματισμός, καπνός, τελειώνω, ...
- двойник στα ελληνικά - σωσίας, διπλασιάζω, διπλός, ομόλογος, διπλό, διπλή, διπλής, ...
- десятина στα ελληνικά - δέκατο, δεκάτη, δεκάτης, φόρο της δεκάτης, τη δεκάτη
Τυχαίες λέξεις
Сопротивляемость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίσταση, αντοχή, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα
Μεταφράσεις: αντίσταση, αντοχή, αντίστασης, αντοχής, ανθεκτικότητα