Спекаться στα ελληνικά
Μετάφραση: спекаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέικ, πυροσυσσωμάτωσης, συσσωμάτωσης, λεπτόκοκκο, λεπτόκοκκου, θεροσυσσωάτωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благоразумный στα ελληνικά - νουνεχής, εχέμυθος, ξεμέθυστος, λογικός, νηφάλιος, διακριτικός, χρηματοκιβώτιο, ...
- бустер στα ελληνικά - αναμνηστική, αναμνηστικό, ενισχυτική, αναμνηστικής, ενισχυτικό
- вражда στα ελληνικά - αντίθεση, ανταγωνισμός, καταφορά, εμπάθεια, εχθρότητα, τιμάριο, αντιπολίτευση, ...
- голубой στα ελληνικά - γαλάζιος, κυανός, γαλανός, μπλε, γαλάζιο, γαλάζια, το μπλε, ...
Τυχαίες λέξεις
Спекаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέικ, πυροσυσσωμάτωσης, συσσωμάτωσης, λεπτόκοκκο, λεπτόκοκκου, θεροσυσσωάτωσης
Μεταφράσεις: κέικ, πυροσυσσωμάτωσης, συσσωμάτωσης, λεπτόκοκκο, λεπτόκοκκου, θεροσυσσωάτωσης