Сплотиться στα ελληνικά

Μετάφραση: сплотиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοποιώ, συνενώνω, συλλαλητήριο, ράλι, αγώνα, αγώνας, rally
Сплотиться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • барвинок στα ελληνικά - μυρτιά, βίγκα, βιγκών, βίγκας, σάλιαγκας
  • вырезание στα ελληνικά - κοπής, κοπή, τεμαχισμού, κοπτική, κόψιμο
  • вытапливание στα ελληνικά - απόδοση, παροχή, παροχής, απόδοσης, ΔΖΚ
  • вышагивать στα ελληνικά - δρασκελιά, βηματίζω, φόρα, διάβημα, ρυθμός, βήμα, ρυθμό, ...
Τυχαίες λέξεις
Сплотиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοποιώ, συνενώνω, συλλαλητήριο, ράλι, αγώνα, αγώνας, rally