Срам στα ελληνικά
Μετάφραση: срам, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυσμένεια, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- взяточник στα ελληνικά - εμβολιαστής, δωρολήπτης
- возлюбленная στα ελληνικά - βράγχιο, κορίτσι, κυρία, αγαπημένος, αγαπημένη, γλυκιά μου, τον αγαπημένο, ...
- выкачать στα ελληνικά - αντλία, φουσκώνω, εκβιάζω, τρόμπα, υποτιμώ, ξεφουσκώσει, ξεφουσκώνουν, ...
- дактиль στα ελληνικά - δάκτυλος
Τυχαίες λέξεις
Срам στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυσμένεια, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Μεταφράσεις: δυσμένεια, ντροπή, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή