Сродный στα ελληνικά

Μετάφραση: сродный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναφής, συμμαχικός, συγγενικός, συγγενής, σύμμαχος, παρόμοια, μοιάζει, παρόμοιο, προσομοιάζει
Сродный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вагон-платформа στα ελληνικά - κάρο, βαγόνι, φορτάμαξας, wagon, βαγονιού
  • ветшать στα ελληνικά - σαπίζω, χειροτερεύω, παρακμάζω, επιδεινώνω, φθορά, παρακμή, αποσύνθεση, ...
  • вирулентный στα ελληνικά - φαρμακερός, δηλητηριώδης, μολυσματικό, λοιμογόνο, παθογόνο, λοιμογόνα
  • дееспособный στα ελληνικά - ικανός, ικανό, ικανή, ικανά, ικανές
Τυχαίες λέξεις
Сродный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναφής, συμμαχικός, συγγενικός, συγγενής, σύμμαχος, παρόμοια, μοιάζει, παρόμοιο, προσομοιάζει