Ставить στα ελληνικά

Μετάφραση: ставить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθετώ, καθορισμένος, τόπος, πλάτη, δοκάρι, ανακαινίζω, ενισχύω, βάζω, φέρνω, ταχυδρομώ, πόστο, μέρος, υποστηρίζω, πόζα, αιτούμαι, εφαρμόζω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε
Ставить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • агнесса στα ελληνικά - Agnes, Αγνή, Αγνής, Άγκνες
  • атмосфера στα ελληνικά - κλίμα, ατμόσφαιρα, φωτοστέφανο, αέρας, ατμόσφαιρας, περιβάλλον
  • газгольдер στα ελληνικά - θήκη, αεριοφυλάκια, σε αεριοφυλάκια
  • горячка στα ελληνικά - πυρετός, θέρμη, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
Τυχαίες λέξεις
Ставить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθετώ, καθορισμένος, τόπος, πλάτη, δοκάρι, ανακαινίζω, ενισχύω, βάζω, φέρνω, ταχυδρομώ, πόστο, μέρος, υποστηρίζω, πόζα, αιτούμαι, εφαρμόζω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε