Стипендиат στα ελληνικά
Μετάφραση: стипендиат, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άντρας, φοιτητής, συνάδελφος, φοιτήτρια, τύπος, λόγιος, Μελετητής, μελετητή, υπότροφος, λόγιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- весельный στα ελληνικά - κωπήλατα, τα κωπήλατα, κωπήλατη
- ворсовать στα ελληνικά - υψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, ξεμπλέκω, αναστηλώνω, πειράζω, vorsovat
- греча στα ελληνικά - φαγόπυρο, το φαγόπυρο, φαγόπυρου, μαύρου σιταριού, του φαγόπυρου
- делец στα ελληνικά - πόλη, χειριστής, έμπορος, επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίας που, επιχειρηματία που
Τυχαίες λέξεις
Стипендиат στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άντρας, φοιτητής, συνάδελφος, φοιτήτρια, τύπος, λόγιος, Μελετητής, μελετητή, υπότροφος, λόγιο
Μεταφράσεις: άντρας, φοιτητής, συνάδελφος, φοιτήτρια, τύπος, λόγιος, Μελετητής, μελετητή, υπότροφος, λόγιο