Λέξη: πιπίλα
Σχετικές λέξεις: πιπίλα
πιπίλα και θηλασμός, πιπίλα στα αγγλικά, πιπίλα μουστάκι, πιπίλα nuk genius, πιπίλα ναι ή όχι, πιπίλα μαρούσι, πιπίλα νεογέννητο, πιπίλα nuk
Μεταφράσεις: πιπίλα
πιπίλα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dummy, pacifier, soother, nipple, a pacifier
πιπίλα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
maniquí, muñeco, muñeca, chupete, pacificador, chupón, pacifier, el pacificador
πιπίλα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dummkopf, platzhalter, strohmann, dummy, sauger, unecht, attrappe, schnuller, Schnuller, Friedensstifter, pacifier, Schnullers
πιπίλα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
marionnette, sucette, maquette, mort, mannequin, factice, pantin, bamboche, idiot, figurant, comparse, tétine, poire, poupée, suce, pacificateur, la sucette
πιπίλα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pacificatore, ciuccio, tettarella, pacifier, succhietto
πιπίλα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
chupeta, pacifier, de chupeta, da chupeta, chupetas
πιπίλα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fopspeen, speen, fop speen, pacifier, fopspeen van
πιπίλα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тупица, кукла, соска, ложность, манекен, макет, модель, чучело, болван, соску, соски, соской
πιπίλα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
smokk, smokken, pacifier, narresmokk, narresmokken
πιπίλα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
napp, nappen, fredsmäklare, nappens
πιπίλα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tollo, mäntti, pölkkypää, mallinukke, esine, tutti, pacifier, tutin, tuttiin, huvitutti
πιπίλα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sut, sutten, pacifier, narresut
πιπίλα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
statista, hlupák, maketa, loutka, dumlík, panák, dudlík, šidítko, figurína, dudlíku, cumel, pacifier, na dudlík
πιπίλα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
statysta, dziadek, marionetka, smoczek, atrapa, pozorowanie, imitacja, makieta, zaślepka, kukła, pozór, głupek, manekin, pacyfikator, pacifier, smoczka, pacyfikatoru
πιπίλα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
némajátékos, próbabábu, statiszta, makett, békéltető, cucli, cumi, cumit, pacifier
πιπίλα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
emzik, Yalancı Emzik, pacifier, emziği
πιπίλα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
манекен, чучело, тупиця, лялька, макет, соска
πιπίλα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
biberon, pajtues, kapëz, paqësues
πιπίλα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
биберон, залъгалка, биберона
πιπίλα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
соска, саска, соску
πιπίλα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
imitatsioon, fiktiivne, mannekeen, lutt, luti, pacifiers, Huvitutti, Tutti
πιπίλα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
lažan, duda, vještački, maketa, mirotvorac, Pacifier, cucla
πιπίλα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pacifier
πιπίλα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žindukas, Pacifier, žinduko, ramintojas, taikintojas
πιπίλα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
māneklis, knupis, Knupītis, Pacifier, Knupīšu
πιπίλα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
цуцла, биберон, скротувачу
πιπίλα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
suzetă, suzetei, suzeta, pacifier, pacificator
πιπίλα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
fiktivní, dudo, duda, dude
πιπίλα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
cumlík, dudlík, cumeľ