Строп στα ελληνικά
Μετάφραση: строп, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, παρατάσσω, κορδόνι, κούνια, ιμάντας, σφενδόνη, σφεντόνα, αρτάνης, αναρτήρα, sling
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безвластие στα ελληνικά - αναρχία, αναρχίας, την αναρχία, η αναρχία, της αναρχίας
- бестолковщина στα ελληνικά - σύγχυση, κυκεώνας, παραζάλη, φασαρία, πάθηση, αταξία, βλακείες, ...
- брандспойт στα ελληνικά - μάνικα, σωλήνα, εύκαμπτος σωλήνας, εύκαμπτο σωλήνα, εύκαμπτου σωλήνα
- возлияние στα ελληνικά - σπονδή, σπονδές, σπονδής, τις σπονδές, για σπονδές
Τυχαίες λέξεις
Строп στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, παρατάσσω, κορδόνι, κούνια, ιμάντας, σφενδόνη, σφεντόνα, αρτάνης, αναρτήρα, sling
Μεταφράσεις: ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, παρατάσσω, κορδόνι, κούνια, ιμάντας, σφενδόνη, σφεντόνα, αρτάνης, αναρτήρα, sling