Счет στα ελληνικά
Μετάφραση: счет, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρέχω, νομοσχέδιο, καταμετρώ, εικοσαριά, πυροβολισμός, συμφωνώ, σημασία, καρέ, ράμφος, κόμης, σταματώ, σκορ, πυροβόλησα, ανακόπτω, λογαριασμός, μετρώ, δαπάνη, έξοδο, βάρος, έξοδα, δαπάνες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вовлечение στα ελληνικά - υπόνοια, συνέπεια, συμμετοχή, εμπλοκή, συμμετοχής, η συμμετοχή, τη συμμετοχή
- водолюб στα ελληνικά - pennywort
- дородный στα ελληνικά - χόνδρος, πλήρης, γεροδεμένος, εύσωμος, χοντρός, γεμάτος, μεστός, ...
- женатый στα ελληνικά - παντρεμένη, παντρεμένος, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένοι
Τυχαίες λέξεις
Счет στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρέχω, νομοσχέδιο, καταμετρώ, εικοσαριά, πυροβολισμός, συμφωνώ, σημασία, καρέ, ράμφος, κόμης, σταματώ, σκορ, πυροβόλησα, ανακόπτω, λογαριασμός, μετρώ, δαπάνη, έξοδο, βάρος, έξοδα, δαπάνες
Μεταφράσεις: τρέχω, νομοσχέδιο, καταμετρώ, εικοσαριά, πυροβολισμός, συμφωνώ, σημασία, καρέ, ράμφος, κόμης, σταματώ, σκορ, πυροβόλησα, ανακόπτω, λογαριασμός, μετρώ, δαπάνη, έξοδο, βάρος, έξοδα, δαπάνες