Счетчик στα ελληνικά

Μετάφραση: счетчик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέτρο, μετρητής, πίνακας, θυρίδα, φλας, υπολογιστής, μετρητή, αντίθεση, αντίθετη, απαριθμητή
Счетчик στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бруклин στα ελληνικά - Μπρούκλιν, brooklyn, του Μπρούκλιν, το Μπρούκλιν, στο Μπρούκλιν
  • выпестовать στα ελληνικά - υιοθετώ, θετός, τρέφω, ανατρέφω, Foster, προώθηση, Φόστερ, ...
  • господский στα ελληνικά - αρχοντικός
  • дельце στα ελληνικά - δουλειά, μια μικρή επιχείρηση, που μια μικρή επιχείρηση, μικρή επιχείρηση, μια μικρή επιχείρηση που, για μια μικρή επιχείρηση
Τυχαίες λέξεις
Счетчик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέτρο, μετρητής, πίνακας, θυρίδα, φλας, υπολογιστής, μετρητή, αντίθεση, αντίθετη, απαριθμητή