Сыскать στα ελληνικά

Μετάφραση: сыскать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύρημα, ανεύρεση, βρίσκω, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν
Сыскать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • авиачасть στα ελληνικά - μονάδα, μονάδας, συσκευή, μονάδος, ενότητα
  • бомбежка στα ελληνικά - βομβαρδισμός, βομβιστική επίθεση, βομβαρδισμούς, βομβαρδισμό, βομβαρδισμού
  • гематология στα ελληνικά - αιματολογία, αιματολογίας, αιματολογικές, αιματολογικό, αιματολογικούς
  • дойти στα ελληνικά - φτάνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
Τυχαίες λέξεις
Сыскать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύρημα, ανεύρεση, βρίσκω, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν