Тактичный στα ελληνικά
Μετάφραση: тактичный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωραίος, διπλωματικός, προσεκτικός, λεπτός, διακριτικοί, διακριτική, διακριτικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вахлак στα ελληνικά - φερέγγυος, εχέγγυος, vahlak
- вкривь στα ελληνικά - λανθασμένος, λοξά, λοξός, στραβά, λανθασμένα, τυχαία, σε τυχαία, ...
- гипертрофия στα ελληνικά - υπερτροφία, υπερτροφίας, υπερτροφία του, υπερτροφίας του, υπερτροφία της
- глубже στα ελληνικά - βαθύτερη, βαθύτερα, βαθύτερο, πιο βαθιά, βαθύτερες
Τυχαίες λέξεις
Тактичный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωραίος, διπλωματικός, προσεκτικός, λεπτός, διακριτικοί, διακριτική, διακριτικός
Μεταφράσεις: ωραίος, διπλωματικός, προσεκτικός, λεπτός, διακριτικοί, διακριτική, διακριτικός