Текущий στα ελληνικά
Μετάφραση: текущий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρεύμα, παρουσιάζω, τωρινός, δώρο, αληθινός, ριχτός, παρών, πραγματικός, το ρεύμα, η τρέχουσα, η σημερινή, το τρέχον, το σημερινό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- великое στα ελληνικά - μεγάλος, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες
- гватемалка στα ελληνικά - Γουατεμάλα, Γουατεμάλας, της Γουατεμάλας, της Γουατεμάλα, τη Γουατεμάλα
- годовалый στα ελληνικά - ετήσια, χρονών, ετών, έτους, χρόνων
- забыть στα ελληνικά - ξεχνώ, ξεπεράσω, το ξεπεράσω, να πάρει πάνω, πάρει πάνω, να πάρει πάνω από
Τυχαίες λέξεις
Текущий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρεύμα, παρουσιάζω, τωρινός, δώρο, αληθινός, ριχτός, παρών, πραγματικός, το ρεύμα, η τρέχουσα, η σημερινή, το τρέχον, το σημερινό
Μεταφράσεις: ρεύμα, παρουσιάζω, τωρινός, δώρο, αληθινός, ριχτός, παρών, πραγματικός, το ρεύμα, η τρέχουσα, η σημερινή, το τρέχον, το σημερινό