Теплоёмкость στα ελληνικά

Μετάφραση: теплоёмкость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερμαίνω, ζέστη, ζεσταίνω, θερμοχωρητικότητα, θερμοχωρητικότητας, χωρητικότητα θερμότητος, χωρητικότητα θερμότητας, χωρητικότητας θερμότητας
Теплоёмкость στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • адсорбция στα ελληνικά - προσρόφηση, προσρόφησης, απορρόφηση, προσροφήσεως, απορρόφησης
  • белесоватый στα ελληνικά - υπόλευκος, υπόλευκο, λευκωπό, λευκωπή, υπόλευκα
  • бесчестно στα ελληνικά - basely
  • двузубчатый στα ελληνικά - κυνόδοντας, δύο αιχμές
Τυχαίες λέξεις
Теплоёмкость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερμαίνω, ζέστη, ζεσταίνω, θερμοχωρητικότητα, θερμοχωρητικότητας, χωρητικότητα θερμότητος, χωρητικότητα θερμότητας, χωρητικότητας θερμότητας