Толковать στα ελληνικά

Μετάφραση: толковать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβάζω, ερμηνεύω, σχόλιο, σχολιάζω, ερμηνεύσει, ερμηνεύουν, ερμηνεύει, ερμηνεύσουν
Толковать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • балалайка στα ελληνικά - μπαλαλάικα, Balalaika
  • бедность στα ελληνικά - μιζέρια, ένδεια, δυστυχία, ανάγκη, χρειάζομαι, πενία, φτώχεια, ...
  • домогающийся στα ελληνικά - φιλόδοξος, υποψήφιος, φιλόδοξων, υποψήφια, τα υποψήφια, αναζητητή
  • дородный στα ελληνικά - χόνδρος, πλήρης, γεροδεμένος, εύσωμος, χοντρός, γεμάτος, μεστός, ...
Τυχαίες λέξεις
Толковать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβάζω, ερμηνεύω, σχόλιο, σχολιάζω, ερμηνεύσει, ερμηνεύουν, ερμηνεύει, ερμηνεύσουν