Λέξη: αστάθεια
Σχετικές λέξεις: αστάθεια
αστάθεια σπονδυλικής στήλης, αστάθεια στα πόδια, αστάθεια στο βάδισμα και ζαλη, αστάθεια ηλεκτρολυτών, αστάθεια στο βάδισμα, αστάθεια κύκλου περιόδου, αστάθεια και ζαλάδες, αστάθεια στο περπάτημα, αστάθεια ζαλάδα, αστάθεια ώμου
Συνώνυμα: αστάθεια
αδυναμία, ασθενικότητα, επισφαλές, ευμετάβλητο, αστασία
Μεταφράσεις: αστάθεια
αστάθεια στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
inconstancy, instability, unsteadiness, shakiness, volatility, unstable
αστάθεια στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
inconstancia, alterabilidad, inestabilidad, la inestabilidad, inestabilidad de, de inestabilidad, inestabilidad del
αστάθεια στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Instabilität, Instabilitäten, Instabilitäts, die Instabilität
αστάθεια στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vicissitude, inconstance, variabilité, instabilité, l'instabilité, une instabilité, d'instabilité
αστάθεια στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
instabilità, l'instabilità, dell'instabilità, di instabilità, all'instabilità
αστάθεια στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
instabilidade, a instabilidade, instabilidade do, de instabilidade, da instabilidade
αστάθεια στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
instabiliteit, onstabiliteit, instabiliteit van, de instabiliteit, instabiele
αστάθεια στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
непостоянство, превратность, изменчивость, переменчивость, нестабильность, неустойчивость, неустойчивости, нестабильности, нестабильностью
αστάθεια στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ustabilitet, ustabiliteten, ustabilt, instabilitet, ustabil
αστάθεια στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
instabilitet, instabiliteten, instabila, instabilt
αστάθεια στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
epävakaisuus, epävakaus, epävakautta, epävakauden, epävakaudesta
αστάθεια στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ustabilitet, ustabile, manglende stabilitet, instabilitet
αστάθεια στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vrtkavost, proměnlivost, nestálost, nestabilita, nestability, nestabilitu, nestabilitě
αστάθεια στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niestałość, zmienność, niestabilność, chwiejność, niestabilności, brak stabilności
αστάθεια στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
instabilitás, instabilitást, bizonytalanság, instabilitása, instabilitását
αστάθεια στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kararsızlık, istikrarsızlık, instabilite, instabilitesi, istikrarsızlığın
αστάθεια στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нестабільність
αστάθεια στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
paqëndrueshmëri, paqëndrueshmëria, jostabiliteti, destabiliteti, jostabilitetit
αστάθεια στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
непостоянство, нестабилност, нестабилността, нестабилност на, неустойчивост
αστάθεια στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нестабільнасць, нестабільнасьць, стабільнасць
αστάθεια στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ebajärjekindlus, muutlikkus, reetlikkus, ebastabiilsus, ebastabiilsuse, ebastabiilsust, ebastabiilsusest, ebastabiilsusele
αστάθεια στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nestabilnost, nestabilnosti, do nestabilnosti, nepostojanost
αστάθεια στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óstöðugleiki, óstöðugleika, ójafnvægi, óstöðugleiki í, óstöðug
αστάθεια στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nestabilumas, nestabilumo, nestabilumą, nepastovumas, nestabilumu
αστάθεια στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nestabilitāte, nestabilitāti, nestabilitātes, nestabilitātei
αστάθεια στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нестабилност, нестабилноста, нестабилност на, нестабилност во
αστάθεια στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
instabilitate, instabilitatea, instabilității, de instabilitate, o instabilitate
αστάθεια στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nestalnost, nestabilnost, nestabilnosti, nestabilnostjo
αστάθεια στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nestálosť, nestálosti, nestabilita, volatilita, nestabilitu
Στατιστικά δημοτικότητας: αστάθεια
Τυχαίες λέξεις