Тотально στα ελληνικά
Μετάφραση: тотально, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντελώς, αρκετά, συνολικά, τελείως, πλήρως, απόλυτα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- барыш στα ελληνικά - ωφέλεια, λήψη, απολαβή, κέρδος, λεηλατώ, κέρδους, κέρδη, ...
- бистр στα ελληνικά - αιθάλη
- благо στα ελληνικά - ευλογία, επίδομα, επωφελούμαι, ωφέλεια, όφελος, καλός, καλή, ...
- вездеход στα ελληνικά - όχημα, οχήματος, οχημάτων, του οχήματος, αυτοκινήτου
Τυχαίες λέξεις
Тотально στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντελώς, αρκετά, συνολικά, τελείως, πλήρως, απόλυτα
Μεταφράσεις: εντελώς, αρκετά, συνολικά, τελείως, πλήρως, απόλυτα