Λέξη: γρύζω

Μεταφράσεις: γρύζω

γρύζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
squeak, gryzo

γρύζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
chillar, rechinar, chirriar, cantar, gryzo

γρύζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
quieken, quietschen, gryzo

γρύζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
piaulement, grincer, cacaber, glapir, craquer, pépier, piauler, hier, crisser, crier, glapissement, grincement, gryzo

γρύζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
stridere, scricchiolare, strillare, gryzo

γρύζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
krassen, kraken, gryzo

γρύζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пищать, скрипеть, писк, пропищать, скрип, gryzo

γρύζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pip, pipe, hvine, gryzo

γρύζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skrika, knarra, gryzo

γρύζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kiljua, kirskua, narista, kirskahtaa, vinkua, gryzo

γρύζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kvičet, pištět, vrznout, skřípat, pištění, vrzat, křičet, gryzo

γρύζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kiks, krzyk, kwiczeć, krzyczeć, kwik, kiksować, piszczenie, skrzypieć, piszczeć, zapiać, pisk, gryzo

γρύζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyikkanás, gryzo

γρύζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скрипіти, gryzo

γρύζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pipëtimë, gryzo

γρύζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koputaja, kriiksuma, gryzo

γρύζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
cičati, potkazivati, cika, pištati, gryzo

γρύζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gryzo

γρύζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zaškrípaní, Gryz
Τυχαίες λέξεις