Тощий στα ελληνικά
Μετάφραση: тощий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιγοστός, γέρνω, άκαρπος, πενιχρός, κάτισχνος, ισχνός, στείρος, κλίνω, ακουμπώ, κοκαλιάρης, άπαχος, τσιγκούνης, άγονος, κοκαλιάρικο, skinny, αδύνατος, μεμβρανοειδή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амёба στα ελληνικά - αμοιβάδα, αμοιβάδες, amoeba, αμοιβάδας, η αμοιβάδα
- ворсянка στα ελληνικά - νεράγκαθο
- вьющийся στα ελληνικά - σγουρός, κατσαρός, κέρλινγκ, curling, κατσαρώματος, κατσάρωμα, κατσαρώνοντας
- добропорядочный στα ελληνικά - έντιμος, Victorian, βικτοριανή, βικτοριανό, Βικτωριανό, βικτοριανού
Τυχαίες λέξεις
Тощий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιγοστός, γέρνω, άκαρπος, πενιχρός, κάτισχνος, ισχνός, στείρος, κλίνω, ακουμπώ, κοκαλιάρης, άπαχος, τσιγκούνης, άγονος, κοκαλιάρικο, skinny, αδύνατος, μεμβρανοειδή
Μεταφράσεις: λιγοστός, γέρνω, άκαρπος, πενιχρός, κάτισχνος, ισχνός, στείρος, κλίνω, ακουμπώ, κοκαλιάρης, άπαχος, τσιγκούνης, άγονος, κοκαλιάρικο, skinny, αδύνατος, μεμβρανοειδή