Трактирщик στα ελληνικά
Μετάφραση: трактирщик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικοδεσπότης, φιλοξενώ, ξενοδόχος, πανδοχέας, innkeeper, πανδοχέα, ξενοδόχο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алфавит στα ελληνικά - αλφάβητο, αλφαβήτου, αλφάβητου, αλφαβήτα
- вафля στα ελληνικά - όστια, πλακιδίων, γκοφρέτα, βάφρας, wafer
- девчата στα ελληνικά - κορίτσια, τα κορίτσια, κοριτσιών, κορίτσια που, των κοριτσιών
- дерганый στα ελληνικά - antsy
Τυχαίες λέξεις
Трактирщик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικοδεσπότης, φιλοξενώ, ξενοδόχος, πανδοχέας, innkeeper, πανδοχέα, ξενοδόχο
Μεταφράσεις: οικοδεσπότης, φιλοξενώ, ξενοδόχος, πανδοχέας, innkeeper, πανδοχέα, ξενοδόχο