Трактовать στα ελληνικά
Μετάφραση: трактовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέρασμα, θεραπεύω, χειρίζομαι, κερνώ, μεταχειρίζομαι, μοιράζω, χερούλι, αγορά, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- болтунья στα ελληνικά - φαφλατάς, πολυλογάς, κουτσομπόλης
- гик στα ελληνικά - έξαρση, άνθηση, έκρηξη, μπουμ, boom, βραχίονας
- горихвостка στα ελληνικά - φοινίκουρος, redstart
- дьявол στα ελληνικά - τελώνιο, δαίμονας, διάβολος, διάβολο, διαβόλου, του διαβόλου, ο διάβολος
Τυχαίες λέξεις
Трактовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέρασμα, θεραπεύω, χειρίζομαι, κερνώ, μεταχειρίζομαι, μοιράζω, χερούλι, αγορά, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν
Μεταφράσεις: κέρασμα, θεραπεύω, χειρίζομαι, κερνώ, μεταχειρίζομαι, μοιράζω, χερούλι, αγορά, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν