Трансляционный στα ελληνικά
Μετάφραση: трансляционный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετάδοση, εκπομπή, μεταφραστική, μεταγραφική, μεταφραστικό, μεταφραστικά, μεταφραστικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вольтаж στα ελληνικά - δυναμικό, τάση, τάσης, τάσεως, της τάσης
- грибовидный στα ελληνικά - μανιτάρι, μανιταριών, μανιταριού, μανιτάρια, τα μανιτάρια
- добавление στα ελληνικά - παράρτημα, συμπλήρωμα, συμπληρώνω, προσάρτημα, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, ...
- дрыгать στα ελληνικά - κόπανος, τράνταγμα, κλονισμός, μαλάκας, τίναγμα, ζετέ
Τυχαίες λέξεις
Трансляционный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετάδοση, εκπομπή, μεταφραστική, μεταγραφική, μεταφραστικό, μεταφραστικά, μεταφραστικές
Μεταφράσεις: μετάδοση, εκπομπή, μεταφραστική, μεταγραφική, μεταφραστικό, μεταφραστικά, μεταφραστικές