Трепка στα ελληνικά
Μετάφραση: трепка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράπισμα, έξοχος, ζωηρός, ξύλισμα, δαρμό, δαρμού, το δαρμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- администрирование στα ελληνικά - κυβέρνηση, διοίκηση, διοικητικός, χορήγηση, διαχείριση, χορήγησης, διοίκησης
- вытрезвить στα ελληνικά - ξεμέθυστος, νηφάλιος, vytrezvit
- грандиозность στα ελληνικά - μεγαλείο, μεγαλοπρέπεια, πομπώδες, μεγαλείου, ιδέες μεγαλείου
- заасфальтировать στα ελληνικά - άσφαλτος, άσφαλτο, ασφάλτου, ασφαλτοστρωμένο, ασφαλτική
Τυχαίες λέξεις
Трепка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράπισμα, έξοχος, ζωηρός, ξύλισμα, δαρμό, δαρμού, το δαρμό
Μεταφράσεις: ράπισμα, έξοχος, ζωηρός, ξύλισμα, δαρμό, δαρμού, το δαρμό