Ράπισμα στα ρωσικά

Μετάφραση: ράπισμα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
быстроходный, трепка, быстрый, выволочка, нахлобучка, стукнуть, Биф, Бифф, Biff, сильный удар
Ράπισμα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράπισμα

ράπισμα ορισμός, το ράπισμα, ράπισμα λεξικό γλώσσας ρωσικά, ράπισμα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ράντισμα στα ρωσικά - дождевание, полив, брызганье, шприц, Squirt, Брызги, сквирт, ...
  • ράντσο στα ρωσικά - заниматься, ферма, ранчо, Ranch, Ранч
  • ράπτης στα ρωσικά - портной, специально, портного, индивидуальные, портным
  • ράσο στα ρωσικά - поп, священник, сутана, подрясник, ряса, рясе, рясы, ...
Τυχαίες λέξεις
Ράπισμα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: быстроходный, трепка, быстрый, выволочка, нахлобучка, стукнуть, Биф, Бифф, Biff, сильный удар