Треснуть στα ελληνικά

Μετάφραση: треснуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράγισμα, ξέσπασμα, ξεσπώ, σπάζω, ρωγμή, ραγίζω, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Треснуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • брюква στα ελληνικά - μέγα γογγύλιον, rutabaga
  • гипнотизёр στα ελληνικά - υπνωτιστής, hypnotist, υπνωτιστή
  • желёзка στα ελληνικά - αδένες, αδένων, τους αδένες, οι αδένες, αδένες που
  • забрести στα ελληνικά - τριγυρίζω, αδέσποτος, περιφέρομαι, περιπλανιέμαι, περιπλανηθείτε, περιπλανηθεί, να περιπλανηθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Треснуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράγισμα, ξέσπασμα, ξεσπώ, σπάζω, ρωγμή, ραγίζω, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack