Труп στα ελληνικά
Μετάφραση: труп, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτώμα, κουφάρι, σώμα, ψοφίμι, το πτώμα, πτώματος, πτώμα του, νεκρού
Μεταφράσεις
- архиепископ στα ελληνικά - αρχιεπίσκοπος, αρχιεπισκόπου, αρχιεπίσκοπο, ο Αρχιεπίσκοπος, τον Αρχιεπίσκοπο
- беспорядочно στα ελληνικά - άνευ, χωρίς, άτακτα, άτακτη, ομαλές, μη ομαλές, ομαλής
- вскрываться στα ελληνικά - αντεπίθεση, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, άνοιξε, άνοιξαν, ανοίγει, ...
- жадный στα ελληνικά - σημαίνω, ενθουσιώδης, πεινασμένος, λιμασμένος, κερδομανής, άπληστος, φιλάργυρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Труп στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτώμα, κουφάρι, σώμα, ψοφίμι, το πτώμα, πτώματος, πτώμα του, νεκρού
Μεταφράσεις: πτώμα, κουφάρι, σώμα, ψοφίμι, το πτώμα, πτώματος, πτώμα του, νεκρού