Уборка στα ελληνικά
Μετάφραση: уборка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκέντρωση, σαρωτικός, τρύγος, σοδειά, καθάρισμα, θερίζω, καθαρισμός, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- азотирование στα ελληνικά - νίτρωση, νίτρωσης, νιτρώσεως, η νίτρωση, νίτρωση για
- выхаживать στα ελληνικά - νοσοκόμα, βράζω, υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, βάγια, νοσηλευτή, ...
- детрит στα ελληνικά - τρίμματα, συντρίμμια, θρύμματα, συντρίμματα, θραύσματα τροφής
- завзятый στα ελληνικά - αυθεντικός, κατασταλαγμένος, ενθουσιασμένος, γνήσιος, αληθής, μανιώδης, παλαιός, ...
Τυχαίες λέξεις
Уборка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκέντρωση, σαρωτικός, τρύγος, σοδειά, καθάρισμα, θερίζω, καθαρισμός, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό
Μεταφράσεις: συγκέντρωση, σαρωτικός, τρύγος, σοδειά, καθάρισμα, θερίζω, καθαρισμός, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό