Уверенность στα ελληνικά

Μετάφραση: уверенность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτοπεποίθηση, διαβεβαίωση, μούστος, βεβαιότητα, αντίκρισμα, πεποίθηση, καταδίκη, πρέπει, σιγουριά, εμπιστοσύνη, ασφάλεια, εγγύηση, εχεμύθεια, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
Уверенность στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • всеядный στα ελληνικά - παμφάγος, παμφάγοι, παμφάγα, παμφάγων, παμφάγο
  • вымокнуть στα ελληνικά - εμποτίζω, μουσκεύω, vymoknut
  • гуманный στα ελληνικά - ανθρωπιστικός, επιεικής, ανθρώπινος, ανθρώπινη, μη βάναυσης, μη βάναυση, ανθρώπινες
  • доставлять στα ελληνικά - παραδίδω, χορήγηση, επιπλώνω, εκφωνώ, παρέχω, προμηθεύομαι, προμήθεια, ...
Τυχαίες λέξεις
Уверенность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτοπεποίθηση, διαβεβαίωση, μούστος, βεβαιότητα, αντίκρισμα, πεποίθηση, καταδίκη, πρέπει, σιγουριά, εμπιστοσύνη, ασφάλεια, εγγύηση, εχεμύθεια, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των