Узнавать στα ελληνικά

Μετάφραση: узнавать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ερευνώ, ανακαλύπτω, ακούω, βλέπω, ερωτώ, μάθετε, να μάθετε, βρείτε, ανακαλύψει, ανακαλύψετε
Узнавать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арника στα ελληνικά - φαρμακευτικό φυτό, Arnica, άρνικας, άρνικα, άρνικα της
  • величавый στα ελληνικά - αβρός, σπουδαίος, ψηλός, εύθυμος, λαμπρός, κεφάτος, μεγάλος, ...
  • грубоватый στα ελληνικά - απότομος, αγενής, αμβλύς, γερός, ρωμαλέος, αγροίκος, σκληρός, ...
  • забрасывание στα ελληνικά - επιτελείο, βύθισμα, βολή, ρίξιμο, ρίχνει, χυτό, ρίξει, ...
Τυχαίες λέξεις
Узнавать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ερευνώ, ανακαλύπτω, ακούω, βλέπω, ερωτώ, μάθετε, να μάθετε, βρείτε, ανακαλύψει, ανακαλύψετε