Улучшать στα ελληνικά
Μετάφραση: улучшать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροποποιώ, αναβαθμίζω, σηκώνω, βελτιώνω, μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, βελτιώνομαι, υψώνω, ανυψώνω, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, βελτιώσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гребень στα ελληνικά - κορόνα, κορυφή, αγκάθι, οικόσημο, υποστηρίζω, στέμμα, κορώνα, ...
- девчата στα ελληνικά - κορίτσια, τα κορίτσια, κοριτσιών, κορίτσια που, των κοριτσιών
- дожариться στα ελληνικά - καβουρντίζω, μαρίδα, τηγανίζω, dozharitsya
- домосед στα ελληνικά - οικογένεια, homebody
Τυχαίες λέξεις
Улучшать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροποποιώ, αναβαθμίζω, σηκώνω, βελτιώνω, μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, βελτιώνομαι, υψώνω, ανυψώνω, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, βελτιώσουν
Μεταφράσεις: τροποποιώ, αναβαθμίζω, σηκώνω, βελτιώνω, μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, βελτιώνομαι, υψώνω, ανυψώνω, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, βελτιώσουν