Умно στα ελληνικά

Μετάφραση: умно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανά, έξυπνα, σοφά, συνετά, Έξυπνα, έξυπνο, έξυπνο τρόπο, με έξυπνο, έξυπνη
Умно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бездельничанье στα ελληνικά - φρατζόλα, οκνηρία, μικρόφωνο, νωθρότητα, χαλαρώνετε, Lounging, σας ξεκούραση
  • виннипег στα ελληνικά - Γουίνιπεγκ, Winnipeg, Γούνιπεγκ
  • гемоглобин στα ελληνικά - αιμοσφαιρίνη, αιμοσφαιρίνης, της αιμοσφαιρίνης, την αιμοσφαιρίνη, η αιμοσφαιρίνη
  • губка στα ελληνικά - σφουγγάρι, επιτελείο, σπόγγου, σπόγγο, σπόγγος
Τυχαίες λέξεις
Умно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανά, έξυπνα, σοφά, συνετά, Έξυπνα, έξυπνο, έξυπνο τρόπο, με έξυπνο, έξυπνη