Умывание στα ελληνικά
Μετάφραση: умывание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλύσιμο, πλύση, πλένω, πλύνω, νίψιμο, ρούχων, πλύσης, πλυσίματος
Μεταφράσεις
- вертикальный στα ελληνικά - κάθετος, ανεγείρω, τίμιος, αναστηλώνω, όρθιος, ορθώνω, δοκάρι, ...
- выскочить στα ελληνικά - χοροπηδώ, αναπηδώ, πηδώ, ξεπεταχτεί, πεταχτεί έξω, ξεπροβάλλουν, πεταχτεί προς τα έξω, ...
- грохотать στα ελληνικά - βροντές, μπουμπουνίζω, πάταγος, βροντώ, κραχ, κυλώ, κύλινδρος, ...
- декодировать στα ελληνικά - αποκωδικοποίηση, αποκωδικοποιήσει, decode, αποκωδικοποιήσουν, αποκωδικοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Умывание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλύσιμο, πλύση, πλένω, πλύνω, νίψιμο, ρούχων, πλύσης, πλυσίματος
Μεταφράσεις: πλύσιμο, πλύση, πλένω, πλύνω, νίψιμο, ρούχων, πλύσης, πλυσίματος