Утлый στα ελληνικά

Μετάφραση: утлый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύθραυστος, αδύναμος, ευπαθής, αδύναμα, εύθραυστη, ευπαθείς
Утлый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • автобус στα ελληνικά - προπονητής, πούλμαν, άμαξα, προπονώ, λεωφορείο, λεωφορείων, λεωφορείου, ...
  • вогнутый στα ελληνικά - κοίλος, κοίλη, κοίλο, κοίλες, κοίλα
  • встрепка στα ελληνικά - επιτιμώ, vstrepka
  • допечатка στα ελληνικά - εντύπωση, επιτύπωση, επιτύπωσης, επιτυπωμένες, υπερτύπωσης, overprint
Τυχαίες λέξεις
Утлый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύθραυστος, αδύναμος, ευπαθής, αδύναμα, εύθραυστη, ευπαθείς