Фанатичка στα ελληνικά
Μετάφραση: фанатичка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φανατικός, φανατικούς, φανατικοί, φανατικό, φανατικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бестелесный στα ελληνικά - επουσιώδης, ασώματος, ασώματο, ασώματη, ασώματοι, ασώματες
- ваттметр στα ελληνικά - βαττόμετρο, βατόμετρο, μετρητής ισχύος
- всеобъемлющий στα ελληνικά - περιεκτικός, γενικός, ευρύχωρος, λεπτομερής, ακέραιος, συνολικός, εξονυχιστικός, ...
- горячее στα ελληνικά - καυτό, καυτός, ζεστό, ζεστού, θερμό
Τυχαίες λέξεις
Фанатичка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φανατικός, φανατικούς, φανατικοί, φανατικό, φανατικών
Μεταφράσεις: φανατικός, φανατικούς, φανατικοί, φανατικό, φανατικών