Хватать στα ελληνικά
Μετάφραση: хватать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαρκώ, κατάσχω, αρπάζω, διαρκώ, τελευταίος, φτουρώ, καταλαμβάνω, αρπαγή, πιάσε, αρπάξει, Grab, αρπάγη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вздрагивать στα ελληνικά - υποχωρώ, ανατριχίλα, ξεκίνημα, αρχίζω, τουρτουρίζω, ξεκινώ, πηδώ, ...
- возгораться στα ελληνικά - διεγείρω, εξάπτω, παγανίζω, ανάβω, επιδιώκω, ασκώ, εξάπτομαι, ...
- втроем στα ελληνικά - όλος, όλες, όλα, και οι τρεις, οι τρεις, και τα τρία, τα τρία, ...
- дальнобойный στα ελληνικά - μεγάλης εμβέλειας, μεγάλου βεληνεκούς, μακράς εμβέλειας, μεγάλες αποστάσεις, μεγάλη απόσταση
Τυχαίες λέξεις
Хватать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαρκώ, κατάσχω, αρπάζω, διαρκώ, τελευταίος, φτουρώ, καταλαμβάνω, αρπαγή, πιάσε, αρπάξει, Grab, αρπάγη
Μεταφράσεις: επαρκώ, κατάσχω, αρπάζω, διαρκώ, τελευταίος, φτουρώ, καταλαμβάνω, αρπαγή, πιάσε, αρπάξει, Grab, αρπάγη