Царапать στα ελληνικά
Μετάφραση: царапать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξύνω, αμυχή, γρατσουνίζω, γρατσουνιά, Scratch, μηδέν, το μηδέν, γρατσουνιές
Μεταφράσεις
- вест στα ελληνικά - δύση, δυτικός, δυτικά, West, δυτική
- геодезия στα ελληνικά - γεωδαισία, γεωδαισίας, τη γεωδαισία, της γεωδαισίας, η γεωδαισία
- готовить στα ελληνικά - εκπαιδεύω, προκρίνομαι, κάνω, αμαξοστοιχία, μάγειρας, τρένο, μαγειρεύω, ...
- ежиться στα ελληνικά - συστέλλω, ανατριχίλα, συρρικνώνομαι, μπαίνω, τουρτουρίζω, ριγώ, συρρικνωθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Царапать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξύνω, αμυχή, γρατσουνίζω, γρατσουνιά, Scratch, μηδέν, το μηδέν, γρατσουνιές
Μεταφράσεις: ξύνω, αμυχή, γρατσουνίζω, γρατσουνιά, Scratch, μηδέν, το μηδέν, γρατσουνιές