Λέξη: αριστερός
Σχετικές λέξεις: αριστερός
αριστερός ψάλτης, αριστερόσ πατριώτησ, αριστερόσ φασισμόσ, αριστερός λαγόνιος βόθρος, αριστερός σε 4 ώρες, αριστερός οπορτουνισμός, αριστερός τατούλης, αριστερός κόλπος καρδιάς, αριστερός δεν είσαι φιλαράκο, αριστερόσ εθνικισμόσ
Συνώνυμα: αριστερός
αριστερά, απαίσιος, μοχθηρός, δυσοίωνος, κακός
Μεταφράσεις: αριστερός
αριστερός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
port, left, sinister, leftist, lefty
αριστερός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
siniestro, izquierdo, izquierda, puerto, dejado, la izquierda, a la izquierda
αριστερός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
öffnung, backbord, übrig, linkes, links, zurücklassen, verlassen, schlitz, portwein, linke, hafen, überlassen, bleibend, übriglassen, linken, verließ
αριστερός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
portuaire, gauche, bâbord, sortie, sortirent, port, porto, attitude, sorti, position, porte, débarcadère, sortîmes, connexion, sorties, laissé, à gauche, quitté, gauche du
αριστερός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
porto, sinistra, porta, sinistro, a sinistra, lasciato, partita
αριστερός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
esquerdo, abrigo, canhoto, porto, esquerda, à esquerda, deixou, deixaram
αριστερός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
linker, links, port, haven, linker-, linkerhand, vertrokken, verliet
αριστερός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
приют, убежище, прибежище, порт, портвейн, отверстие, левый, гавань, оставленный, слева, оставили, оставил
αριστερός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
venstre, igjen, forlot, startet
αριστερός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
över, kvar, vänster, hamn, lämnade, lämnat, lämnas
αριστερός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paapuuri, vasen, vasemmanpuoleinen, satama, läksi, lähti, vasemmalle, jäljellä, vasemmalla, pelasi maalivahdin
αριστερός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
havn, venstre, forlod, til venstre, forladt, efterladt
αριστερός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
levice, dveře, levý, postoj, brána, přístav, doleva, vlevo, opustil, odešel
αριστερός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
postawa, zostawiać, lewicowy, przelot, opuszczać, wygląd, porto, lewostronny, wrota, przystań, port, pozostawiać, twór, lewy, lewo, na lewo, pozostały, lewej
αριστερός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rév, portói, raktárnyílás, oldalnyílás-fedél, bal, városkapu, ágyúlék, balra, elhagyta, engedélyezte, hagyott
αριστερός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
solda, liman, sol, sola, yapmamışlar, bıraktı, terk
αριστερός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вівсянки, відставання, зліва, ліворуч
αριστερός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
majtas, e majta, lënë, la, largua
αριστερός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
порт, пристанище, наляво, оставен, ляв, ляво, остави
αριστερός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыстань, лево, асачыць, злева, зьлева
αριστερός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
illuminaator, järel, vasakule, pakpoord, port, sadam, portvein, portima, vasak, lahkus, vasakul, jäänud
αριστερός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
utočište, luke, luci, azil, lukom, napustila, ostavio, preostati, ulaz, lijevi, lijevo, napustio, ostavili, napustili
αριστερός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bakborð, hafnarbær, vinstri, höfn, eftir, til vinstri, fór, skilið
αριστερός στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
sinister, portus
αριστερός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kairys, uostas, į kairę, kairėje, paliko, liko, paliktas
αριστερός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kreisais, osta, pa kreisi, kreisi, atstāja, atstājis
αριστερός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лево, напушти, остави, замина, оставени
αριστερός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stâng, port, stânga, lăsat, din stânga, a părăsit, la stânga
αριστερός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
levice, pristanišče, luka, levo, left, zapustil, levi, leve
αριστερός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
doľava, levice, ľavý, pravý, ľavobežný, ľavej, levý
Τυχαίες λέξεις