Цаца στα ελληνικά
Μετάφραση: цаца, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξογκώνω, πρήζω, φουσκώνω, κινέζικο, bighead, Κινέζικος, μαρμαροκυπρίνοι, Μαρμαροκυπρίνος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безостановочный στα ελληνικά - ακατάπαυστος, αδιάκοπος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη, συνεχής
- беспечально στα ελληνικά - λαμπρά, λαμπερά, χαρωπά, χαρούμενα, ευχάριστα, πρόσχαρα, χαρούμενη
- грейдер στα ελληνικά - γκρέιντερ, δημοτικού, grader, Ισοπεδωτήρες, βαθμολογητής
- дерзкий στα ελληνικά - ασύστολος, αλαζονικός, ιταμός, αυθάδης, θρασύς, φρέσκος, απερίσκεπτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Цаца στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξογκώνω, πρήζω, φουσκώνω, κινέζικο, bighead, Κινέζικος, μαρμαροκυπρίνοι, Μαρμαροκυπρίνος
Μεταφράσεις: εξογκώνω, πρήζω, φουσκώνω, κινέζικο, bighead, Κινέζικος, μαρμαροκυπρίνοι, Μαρμαροκυπρίνος