Чудить στα ελληνικά

Μετάφραση: чудить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλόουν, λόξα, κόμβος, συστροφή, στρεβλώνετε, κάμπτετε
Чудить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безгласный στα ελληνικά - μουγγός, σιωπηλός, χαζός, βουβός, Σίγαση, σίγασης, Mute, ...
  • генетта στα ελληνικά - Genet, Ζενέ, Οβηβί, Οεηεί
  • грудь στα ελληνικά - στήθος, μαστού, του μαστού, στήθους, μητρικό
  • дедуктивный στα ελληνικά - επαγωγικός, αφαιρετικής, απαγωγική, επαγωγική, απαγωγικό
Τυχαίες λέξεις
Чудить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλόουν, λόξα, κόμβος, συστροφή, στρεβλώνετε, κάμπτετε