Шарнир στα ελληνικά
Μετάφραση: шарнир, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άρθρωση, κλάπα, γόμφος, κοινός, κοψίδι, μεντεσές, άρθρωσης, μεντεσέ, αρθρώσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гусар στα ελληνικά - ουσσάρος, ιππέας, Ουσάρος, ιππεύς, Hussar
- дарование στα ελληνικά - δωρεά, δώρο, προικοδότηση, ικανότητα, πεσκέσι, χάρισμα, δώρων, ...
- дословный στα ελληνικά - κυριολεκτικός, κατά γράμμα, γραμματική, κυριολεκτική, literal
- заводоуправление στα ελληνικά - εργοστάσιο, διαχείριση του εργοστασίου, εργοστάσιο διαχείρισης, τη διαχείριση του εργοστασίου, διοίκηση του εργοστασίου, διαχείριση των εργοστασίων
Τυχαίες λέξεις
Шарнир στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άρθρωση, κλάπα, γόμφος, κοινός, κοψίδι, μεντεσές, άρθρωσης, μεντεσέ, αρθρώσεως
Μεταφράσεις: άρθρωση, κλάπα, γόμφος, κοινός, κοψίδι, μεντεσές, άρθρωσης, μεντεσέ, αρθρώσεως