Κατορθώνω στα αγγλικά
Μετάφραση: κατορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
attain, achieve, put over, succeed in, mystified, I manage, mystified as
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: κατορθώνω
effect
- κατορθώνω
- επιτελώ
- προΐσταμαι
- ελέγχω
- διευθύνω
- διαχειρίζομαι
- κατορθώνω
- χειρίζομαι
- κατορθώνω
- επιτελώ
- επιτυχαίνω
- κατορθώνω
- κατορθώνω
Σχετικές λέξεις: κατορθώνω
κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατορθώνω λεξικό γλώσσας αγγλικά, κατορθώνω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- κατοικώ στα αγγλικά - dwell, inhabit, live, populate, reside
- κατολίσθηση στα αγγλικά - landslide, sliding, a landslide, landslip, avalanche
- κατοχή στα αγγλικά - occupation, possession, held, holding, possession of
- κατοχυρώνω στα αγγλικά - safeguard, protect, fortify
Τυχαίες λέξεις
Κατορθώνω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: attain, achieve, put over, succeed in, mystified, I manage, mystified as
Μεταφράσεις: attain, achieve, put over, succeed in, mystified, I manage, mystified as