Λέξη: χάος

Σχετικές λέξεις: χάος

χάος movie, χάος μυθολογία, χάος star, χάος ετυμολογία, χάος συνώνυμα, χάος ταβιάνι, χάοσ και τάξη στα κοινωνικά συστήματα, χάος αύριο στους δρόμους της αθήνας - θα είναι κλειστοί, χάος μια νέα επιστήμη, χάοσ ταινια

Συνώνυμα: χάος

ακαταστασία, αταξία, κυκεώνας, αίθουσα αξιωματικών πλοίου, φαγητό

Μεταφράσεις: χάος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chaos, mess, mayhem, the chaos, havoc
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
caos, el caos, un caos, del caos, desorden
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
chaos, durcheinander, Chaos, das Chaos
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chaos, fouillis, désordre, pagaille, le chaos, du chaos, de chaos, un chaos
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
caos, baraonda, il caos, del caos, chaos, confusione
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caos, o caos, do caos, um caos
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
baaierd, warboel, chaos, rommel, warwinkel, de chaos, chaos te
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
светопреставление, анархия, сумбур, хаос, бардак, хаоса, хаосом, хаосу
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kaos, kaoset
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kaos, kaoset
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hajaannus, sattuma, kaaos, sekasorto, kaaosta, kaaoksen, kaaokseen, kaaoksesta
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kaos
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zmatek, chaos, chaosu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chaos, bałagan, chaosu, chaosem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
káosz, káoszba, káoszt, a káosz
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karışıklık, kaos, chaos, kargaşa, bir kaos, karmaşa
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хаос, хаосу
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kaos, kaosi, kaosit, kaos i, kaosin
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хаос, хаоса, хаосът, на хаоса
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хаос
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaos, kaose, kaost, kaoses, kaosest
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zbrka, džumbus, metež, nered, kaos, haos, Chaos, kaosa, kaos koji
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óreiðu, glundroða, ringulreið, óreiða, Chaos
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
chaos
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
chaosas, netvarka, Chaos, chaoso, chaosą
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
haoss, Chaos, haosu, haosa
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хаос, хаосот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
haos, haosul, haosului, un haos, de haos
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kaos, chaos, kaosa, zmeda
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chaos

Στατιστικά δημοτικότητας: χάος

Τυχαίες λέξεις