Штапель στα ελληνικά

Μετάφραση: штапель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδετήρας, κύριος, βασικός, συνεχείς, μη συνεχών, μη συνεχείς, ασυνεχών, ασυνεχείς
Штапель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспилотный στα ελληνικά - μη επανδρωμένα, μη επανδρωμένων, τα μη επανδρωμένα, σε μη επανδρωμένα, για μη επανδρωμένα
  • вандал στα ελληνικά - βάνδαλος, βανδαλισμούς, στους βανδαλισμούς, σε βανδαλισμούς, βανδάλων
  • гнида στα ελληνικά - κόνιδα ψείρας, NIT, ΝΙΤ, κόνιδα, ψείρα
  • ершоватка στα ελληνικά - καλκάνι, επίψαυση, επιψαύω, επάλειψη, επαλείφω, δεξιοτέχνης
Τυχαίες λέξεις
Штапель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδετήρας, κύριος, βασικός, συνεχείς, μη συνεχών, μη συνεχείς, ασυνεχών, ασυνεχείς