Шток στα ελληνικά

Μετάφραση: шток, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοντάρι, ραβδί, βέργα, αφεντικό, στοκ, μετοχή, απόθεμα, αποθέματος, αποθεμάτων
Шток στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бенефис στα ελληνικά - ωφέλεια, επίδομα, όφελος, επωφελούμαι, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, ...
  • вчетверо στα ελληνικά - τετραπλός, τετραπλάσιος, τετραπλή, τετραπλάσια, τετραπλό, τετραπλά
  • гранулирование στα ελληνικά - κοκκοποίηση, κοκκοποίησης, κοκκοποιήσεως, κοκκιοποίηση, κοκκιοποίησης
  • доигрывать στα ελληνικά - τερματισμός, περατώνω, τέλος, τελειώνω, έρχονται, έρθουν, έρθει, ...
Τυχαίες λέξεις
Шток στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοντάρι, ραβδί, βέργα, αφεντικό, στοκ, μετοχή, απόθεμα, αποθέματος, αποθεμάτων