Λέξη: λαμποκοπώ

Σχετικές λέξεις: λαμποκοπώ

λαμποκοπούν συνώνυμα

Συνώνυμα: λαμποκοπώ

φλέγομαι, διακηρύσσω, σημειώνω, χαράζω σε δέντρο, λάμπω, ακτινοβολώ, λάμψη

Μεταφράσεις: λαμποκοπώ

λαμποκοπώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
glisten, blaze

λαμποκοπώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
brillar, fuego, llamarada, resplandor, incendio, llamas

λαμποκοπώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
glänzen, Feuer, Blesse, Brand, lodern, blaze

λαμποκοπώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
brillant, scintillement, resplendir, resplendissement, éclat, scintiller, étinceler, reluire, splendeur, rutiler, briller, incendie, flamme, feu, brasier, blaze

λαμποκοπώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fiammata, tripudio, incendio, blaze, fiamma

λαμποκοπώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
labareda, chama, incêndio, chamas, blaze

λαμποκοπώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bles, brand, gloed, Blaze, vlam

λαμποκοπώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
маслиться, лосниться, блестеть, серебриться, сиять, пестреть, сверкать, искриться, пламя, Blaze, Блейз, пожар, полыхать

λαμποκοπώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
glitre, blaze, bliss, flamme, brannen, flammene

λαμποκοπώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blänka, bläs, Blaze, eldsvåda, branden, flamma

λαμποκοπώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
loistaa, hohtaa, välkkyä, kimallus, loimu, blaze, läsi, Blazen

λαμποκοπώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
blis, blaze, ilden, flamme, branden

λαμποκοπώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
třpytit, lesk, zářit, požár, planout, lysina, blaze se, blaze

λαμποκοπώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
błyszczeć, połyskiwać, lśnić, migotać, płomień, płonąć, razić, blaze

λαμποκοπώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lángol, Blaze, lángok, láng, a Blaze

λαμποκοπώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yangın, alev, ateş, parlamak, köpürme

λαμποκοπώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відблиск, полум'я, вогонь, полум`я

λαμποκοπώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
flakë, zjarr, pullë e bardhë, ndizem, bëj i njohur

λαμποκοπώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пламък, пожар, блясък, Blaze, Блейз

λαμποκοπώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
полымя, пламя, агонь

λαμποκοπώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
läikima, lauk, pasundama, lõkendama, ergama, loitma

λαμποκοπώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sjati, blistati, plamen, Blaze, požar, bljesak, plamtjeti

λαμποκοπώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Logi, Blaze, blesa

λαμποκοπώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
liepsnoti, liepsna, gaisras, balta žvaigždė, plieksti

λαμποκοπώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizsvilties, balts laukums, liesmot, liesma, izdaudzināt

λαμποκοπώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пожарот, Блаже, пожар, огнот, пожарот во

λαμποκοπώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vâlvătaie, foc, flacără, explozie, izbucnire

λαμποκοπώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Goreti, blaze, Požar, Plamtjeti, belina

λαμποκοπώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
požiar, požiaru, oheň
Τυχαίες λέξεις