Эмалировка στα ελληνικά
Μετάφραση: эмалировка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμαγιέ, αδαμαντίνη, σμάλτο, επισμάλτωση, επισμάλτωσης, σμάλτωση, για επισμάλτωση, τη σμάλτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буран στα ελληνικά - χιονοθύελλα, θύελλα, Blizzard, της Blizzard, χιονοθύελλας, την Blizzard
- взъерошенный στα ελληνικά - αναμαλλιασμένος, ατημέλητα, disheveled, ατημέλητο, ατημέλητες
- выварка στα ελληνικά - καταγωγή, εξάτμιση, εξαγωγή, εξάτμισης, εξατμίσεως, την εξάτμιση, η εξάτμιση
- двойняшки στα ελληνικά - δίδυμα, διδύμων, τα δίδυμα, δίδυμοι, δίδυμες
Τυχαίες λέξεις
Эмалировка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμαγιέ, αδαμαντίνη, σμάλτο, επισμάλτωση, επισμάλτωσης, σμάλτωση, για επισμάλτωση, τη σμάλτωση
Μεταφράσεις: εμαγιέ, αδαμαντίνη, σμάλτο, επισμάλτωση, επισμάλτωσης, σμάλτωση, για επισμάλτωση, τη σμάλτωση