Λέξη: εκστρατεία
Σχετικές λέξεις: εκστρατεία
εκστρατεία στη σικελία, εκστρατεία της καλλίπολης, εκστρατεία της κριμαίας, εκστρατεία του διονύσου στην κίνα, εκστρατεία ένα στα πέντε, εκστρατεία καλλίπολης, εκστρατεία μεγάλου αλεξάνδρου χάρτης, εκστρατεία κριμαίας, εκστρατεία του μεγάλου αλεξάνδρου, εκστρατεία μεγάλου αλεξάνδρου, αργοναυτική εκστρατεία
Συνώνυμα: εκστρατεία
καμπάνια, εξόρμηση, βία
Μεταφράσεις: εκστρατεία
εκστρατεία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
expedition, campaign, the campaign, campaign of, a campaign
εκστρατεία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
expedición, campaña, campaña de, la campaña, de campaña, campañas
εκστρατεία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
entdeckungsreise, eile, expedition, ausflug, Kampagne, Aktion, Kampagnen
εκστρατεία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adresse, vitesse, habileté, croisade, vélocité, excursion, voyage, dextérité, expédition, campagne, la campagne, campagne de, campagnes
εκστρατεία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spedizione, campagna, campagna di, della campagna, campagne, la campagna
εκστρατεία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
expedição, excursão, campanha, campanha de, da campanha, de campanha, campanhas
εκστρατεία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
expeditie, tocht, toer, uitstapje, excursie, campagne, actie, de campagne, campagne van
εκστρατεία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
быстрота, экспедиция, экскурсия, поспешность, отправка, посылка, кампания, кампании, кампанию, акция
εκστρατεία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ekspedisjon, kampanje, kampanjen
εκστρατεία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kampanj, aktion, kampanjen
εκστρατεία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
huviretki, retkikunta, retkue, joutuisuus, kampanja, kampanjan, kampanjaa, kampanjaan
εκστρατεία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kampagne, kampagnen, kampagne for
εκστρατεία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
cesta, expedice, odbavení, tažení, výprava, jízda, rychlost, zručnost, kampaň, kampaně, kampaní, kampani
εκστρατεία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ekspedycyjny, szybkość, ekspedycja, wyprawa, kampania, akcja, kampanii, kampanię, kampanią
εκστρατεία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fürgeség, expedíció, kampány, kampányt, kampányban, kampánya, kampányát
εκστρατεία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kampanya, kampanyası, kampanyanın, bir kampanya
εκστρατεία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
негайно, прудкість, швидкість, експедиція, поспіх, кампанія, кампанію
εκστρατεία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fushatë, Fushata, Fushata e, fushatën, fushatë e
εκστρατεία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
експедиция, кампания, кампанията, на кампанията, кампания за
εκστρατεία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кампанія
εκστρατεία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõjaretk, ekspeditsioon, kampaania, kampaaniat, kampaanias, kampaaniale
εκστρατεία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ekspedicija, putovanje, kampanja, kampanje, kampanju, kampanji, akcija
εκστρατεία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
leiðangur, herferð, herferðin, herferðar, herferðir, herferðarinnar
εκστρατεία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
iškyla, ekskursija, išvyka, kampanija, kampanijos, kampaniją, akcija
εκστρατεία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ekskursija, kampaņa, kampaņas, kampaņu, kampaņai, kampaņā
εκστρατεία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кампања, кампањата, кампања за, на кампањата
εκστρατεία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
campanie, campania, campaniei, campanii, campanie de
εκστρατεία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odprema, kampanja, akcija, akcije, kampanje, kampanjo
εκστρατεία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
výprava, kampaň, kampane, kampani