Ясно στα ελληνικά
Μετάφραση: ясно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανηγύρι, σκέτο, κάμπος, δίκαιος, διαυγής, σκέτος, καθαρά, ρητώς, έκδηλος, πεδιάδα, ελευθερώνω, ρητά, ξανθός, εναργής, ξεκάθαρα, σαφώς, είναι σαφές, είναι προφανές, προκύπτει σαφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση, όπως προκύπτει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- втягивание στα ελληνικά - συνέπεια, υπόνοια, ανάκληση, συστολής, ανάκλησης, σύσπασης, επανάταξης
- выкашляться στα ελληνικά - γεράκι, βήχας, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας
- выноситься στα ελληνικά - βέλος, ξεπετάγομαι, επιβάλλονται, που επιβάλλονται, επέβαλε, επιβληθεί, επιβλήθηκε
- действие στα ελληνικά - διενέργεια, αναπληρωματικός, κίνηση, επενεργώ, προτέρημα, ισχύς, λειτουργία, ...
Τυχαίες λέξεις
Ясно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανηγύρι, σκέτο, κάμπος, δίκαιος, διαυγής, σκέτος, καθαρά, ρητώς, έκδηλος, πεδιάδα, ελευθερώνω, ρητά, ξανθός, εναργής, ξεκάθαρα, σαφώς, είναι σαφές, είναι προφανές, προκύπτει σαφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση, όπως προκύπτει
Μεταφράσεις: πανηγύρι, σκέτο, κάμπος, δίκαιος, διαυγής, σκέτος, καθαρά, ρητώς, έκδηλος, πεδιάδα, ελευθερώνω, ρητά, ξανθός, εναργής, ξεκάθαρα, σαφώς, είναι σαφές, είναι προφανές, προκύπτει σαφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση, όπως προκύπτει