Λέξη: μίσος

Σχετικές λέξεις: μίσος

μίσος στίχοι, μίσος ορισμος, μίσος ταξικό, μίσος και αίμα, μίσος ετυμολογία, μίσοσ δεν σου κρατώ, μίσος καζαντζίδης, μίσος αποφθέγματα, μίσος και αγάπη, μίσος ονειροκρίτης

Συνώνυμα: μίσος

απέχθεια, μνησικακία, έχθρα, άχτι, εχθροπάθεια, αποστροφή, σίχαμα

Μεταφράσεις: μίσος

μίσος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hatred, hate, rancour, hatred of, hatred on

μίσος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
odio, enemiga, encono, odiar, aborrecer, el odio, al odio, odio hacia, odio a

μίσος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hass, hassen, groll, Hass, Haß, Hasses, Haß gegen

μίσος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
détester, rancoeur, haïr, abhorrer, hais, abominer, haine, rancune, la haine, de haine, à la haine, haines

μίσος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
odio, odiare, l'odio, all'odio, dell'odio, dall'odio

μίσος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ódio, chapéu, odiar, o ódio, do ódio, ao ódio, ódios

μίσος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
haten, haat, verafschuwen, de haat, haat tegen, vijandschap

μίσος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
злость, ненависть, испытывать, злоба, ненавидеть, ненависти, ненавистью, ненависть к

μίσος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hate, hat, hatet, hat mot

μίσος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avsky, hata, hat, hatet, hat mot, till hat

μίσος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
katkeruus, vihata, kauna, viha, vihaa, vihaan, vihan, hatred

μίσος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hade, afsky, had, til had, hadet, had på

μίσος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nenávist, zloba, zášť, nevraživost, nenávidět, nenávisti, nenávistí

μίσος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
złość, żal, uraza, nienawidzić, nienawiść, nienawiści, nienawiścią, nienawiść do, hatred

μίσος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gyűlölet, gyűlöletet, gyűlöletre, a gyűlölet, gyűlölettel

μίσος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nefret, kin, nefreti, nefretin, düşmanlığı

μίσος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ненависть, ненавидіти, злобно

μίσος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
urrejtje, urrejtja, urrejtjes, urrejtjen, urrejtja e

μίσος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
омраза, злоба, ненавист, омразата, омраза към

μίσος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нянавісць, нянавісьць

μίσος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vihkama, viha, vihkamine, vihkamist, vihkamise, vihkamisele, vaenu

μίσος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zloba, mržnja, mrziti, neprijateljstvo, mržnje, mržnju, se mržnja, mrzznje

μίσος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hatur, hata, hatri, fjandskapur, hatrið, mikla óbeit

μίσος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
odium, contemno, invidia

μίσος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
neapykanta, neapkęsti, neapykantą, neapykantos, už neapykantą

μίσος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
neciest, ienīst, naids, naidu, naida, ienaids

μίσος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
омраза, омразата, на омраза, омраза кон

μίσος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
resentiment, ură, ura, urii, la ură, de ură

μίσος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sovraštvo, sovraštva, sovraštvu, sovražnost

μίσος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nenávidieť, zášť, nenávisť, nenávisti

Στατιστικά δημοτικότητας: μίσος

Τυχαίες λέξεις